Η μπεκάτσα παρουσιάζει στην Ελλάδα ένα καθεστώς διαχείμασης – μετανάστευσης. Η μεθοδολογία που υιοθετήθηκε για τον προσδιορισμό της χρονολογίας της μετανάστευσης έλαβε υπ’ όψη αυτή τη βιολογική ιδιαιτερότητα. Το είδος αυτό, με τα συγκεκριμένα βιολογικά του χαρακτηριστικά δεν είναι εύκολο να καταμετρηθεί με απλή παρατήρηση, όπως τα περισσότερα είδη πουλιών. Πρέπει λοιπόν να χρησιμοποιηθούν έμμεσοι μέθοδοι για τον προσδιορισμό της μετανάστευσής του.
Στη Γαλλία οι εξειδικευμένοι κυνηγοί (εθνικό κλαμπ μπεκατσοκυνηγών CNB) χρησιμοποιούν ένα σύστημα παρακολούθησης του είδους με τη χρήση ενός Δείκτη Κυνηγετικής Αφθονίας (Δ.Κ.Α.) κατά την κυνηγετική περίοδο (Δ.Κ.Α. = αριθμός των διαφορετικών πουλιών που σηκώνονται κατά τη διάρκεια 3 ωρών αναζήτησης εφαρμόζοντας την ίδια έντασης έρευνα). Στην Ελλάδα εφαρμόστηκε το ίδιο σύστημα, με ομάδες εξειδικευμένων κυνηγών και τη συνοδεία των σκύλων τους σε προκαθορισμένες θέσεις αναφοράς, χρησιμοποιώντας τον δείκτη Δ.Κ.Α. Με τον τρόπο αυτό και για να προσδιοριστεί η μετανάστευση, η παρακολούθηση είχε διάρκεια και πέραν της κυνηγετικής περιόδου. Ορίστηκαν οι θέσεις έρευνας (αριθμός 26 για λόγους ικανής στατιστικής ανάλυσης) σε όλη την ελληνική επικράτεια, σε σχέση με περιοχές διαχείμασης και περιοχές περασμάτων, λαμβάνοντας στοιχεία μια φορά ανά δεκαήμερο από το 2ο δεκαήμερο του Οκτωβρίου έως το τέλος του Νοεμβρίου και από την 1η Ιανουαρίου έως την 31η Μαρτίου κάθε χρόνο. Με τον τρόπο αυτό οι μεταβολές του Δ.Κ.Α. κατά τη διάρκεια της περιόδου, καθορίζουν ή την αναχώρηση των διαχειμαζόντων ή την άφιξη των μεταναστευτικών που διαχειμάζουν σε νοτιότερες περιοχές. Η κατανομή των θέσεων έρευνας στην Ελλάδα έλαβε υπ’ όψη το υψόμετρο (ώστε να μην υπάρξει σύγχυση των τοπικών μετακινήσεων με τις πραγματικές μεταναστευτικές κινήσεις) και τους κύριους γνωστούς μεταναστευτικούς διαδρόμους.
Οι περιοχές αυτές κατανέμονται σε όλη τη χώρα και πάνω στους γνωστούς μεταναστευτικούς διαδρόμους, στις οποίες είναι βεβαιωμένο ότι απαντώνται μπεκάτσες και παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα.
|
|||
α/α |
Περιοχή |
Είδος Φυτικής Κάλυψης |
Υψόμετρο |
1 |
Λάερμα (Ρόδου) |
Πεύκο |
500 |
2 |
Αυγόνυμα (Χίου) |
Πεύκο / Πουρνάρι |
500 |
3 |
Αετός (Μεσσηνίας) |
Πουρνάρι / Δρυς |
700 |
4 |
Χρυσοβίτσι (Τρίπολης) |
Έλατο / Δρυς |
1000 |
5 |
Δρυοδάσος Φολόης (Κάπελης) Ηλείας |
Δρυς |
600 |
6 |
Πάρος |
Σκίνος / Φρύγανα / Άκεθρος |
200 |
7 |
Τελέθριο – Αγ. Αθανάσιος (Βορ. Εύβ.) |
Δρυς / Κουμαριά |
500 |
8 |
Όρος Τσίμπρα–Νεροτριβιά(Κεντρ.Ευβ.) |
Μ. Πεύκη / Κουμαριά / Αριά |
700 |
9 |
Αράκυνθος (Αιτολο/νίας) |
Δρυς |
800 |
10 |
Νεοχώρι (Δομοκού) |
Δρυς |
700 |
11 |
Γαζί (Ξηρομέρου) |
Πεύκο / Έλατο/ Οξιά/ Φτέρη |
900- 1300 |
12 |
Όμπορες (Εύβοιας) |
Δρυς / Ρείκι/ Κουμαριά |
400 |
13 |
Στρινιλιά (Κέρκυρας) |
Πουρνάρι |
750 |
14 |
Γυφτόκαμπος (Ιωαννίνων) |
Οξιά / Έλατο / Πεύκο |
900 |
15 |
Βροσίνα – Ξέχωρο (Θεσπρωτίας) |
Πουρνάρι / Δρυς |
400 |
16 |
Βροντού (Δράμας) |
Δρυς / Πουρνάρι |
1200 |
17 |
Πρωτοκκλήσι (Έβρου) |
Δρυς |
300 |
18 |
Τσάλι (Ξάνθης) |
Δρυς |
1300 |
19 |
Αγ. Σωτήρα (Δεσκάτη) |
Δρυς |
800 |
20 |
Λεπτοκαρυά (Έβρου) |
Δρυς |
700 |
21 |
Μαυροπλαγιά (Κιλκίς) |
Δρυς |
700 - 800 |
22 |
Ν. Σεβάστια (Χαλκιδικής) |
Δρυς / Πουρνάρι |
500 |
23 |
Άνω Κτημένη (Καρδίτσας) |
Δρυς |
600 |
24 |
Άζωρος (Ελασσόνας) |
Βελανιδιά / Πουρνάρι / Φτέρη |
1000 |
25 |
Ομόλιο (Κίσαβου) |
Βελανιδιά / Πουρνάρι |
750 |
26 |
Κωφοί (Αλμυρού) |
Δρυς |
600 |
Σε κάθε μια από τις περιοχές αυτές γίνεται ετησίως έρευνα για τον εντοπισμό και την καταμέτρηση των ατόμων μπεκάτσας από εξειδικευμένους κυνηγούς μπεκάτσας συνοδευόμενων από κυνηγετικούς σκύλους φέρμας για χρονικό διάστημα 3 ωρών. Ο αριθμός των 2 κυνηγών με 2 έως 3 σκύλους επαρκεί για την καταμέτρηση της μπεκάτσας ανά περιοχή. Κάθε άτομο μπεκάτσας που επισημαίνεται καταγράφεται σε ειδικό δελτίο, και από τα στοιχεία αυτά υπολογίζεται ο Δείκτης Κυνηγετικής Αφθονίας (Δ.Κ.Α.) ανά έξοδο, μήνα και περιοχή. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η συμμετοχή των ίδιων πάντα ατόμων και των ίδιων σκύλων σε κάθε έξοδο τους στην ίδια πάντα περιοχή, η εφαρμογή της ίδιας έντασης προσπάθειας ανεύρεσης των πουλιών καθ΄ όλη τη διάρκεια της έρευνας, καθώς και η εκπαίδευση – ενημέρωσή τους πριν την έναρξη του προγράμματος, όπου διευκρινίστηκαν όλες λεπτομέρειες της μεθοδολογίας και της συμπλήρωσης του σχετικού δελτίου καταγραφής που θα προκύπτει από κάθε περιοχή και έξοδο.
Το διάστημα των παρατηρήσεων ορίστηκε από το 2ο δεκαήμερο του Οκτωβρίου έως το τέλος του Νοεμβρίου κάθε έτους και από την 1η Ιανουαρίου έως την 31η Μαρτίου του επόμενου έτους. Πραγματοποιείται μια έξοδος ανά δεκαήμερο κάθε μήνα για όλη την περίοδο των μετρήσεων.
Τα στοιχεία που προκύπτουν, μεταξύ των οποίων και μετεωρολογικά στοιχεία και συνθήκες που επικρατούν κατά την έξοδο, τροφοδοτούν μια βάση δεδομένων και αποκαλύπτουν την περίοδο με την μεγαλύτερη εμφάνιση πουλιών με βάση την οποία θα προσδιοριστεί η περίοδος της μετανάστευσής τους.